Χρόνια Πολλά και ευχές του ΔΣ
& ΕΣ ΣΔΙΠ για την ημέρα,
Δοξολογία, κατάθεση στεφάνων και
μαθητική παρέλαση περιέλαβε ο εορτασμός της Εθνικής Επετείου της 28ης Οκτωβρίου
στις Αφίδνες.
28η Οκτωβρίου 1940: Το
τελεσίγραφο που έφερε τον πόλεμο. Οι περισσότερες χώρες συνηθίζουν να
γιορτάζουν την λήξη ενός πολέμου, και την έλευση της ειρήνης.
Τί γιορτάζουμε την 28η Οκτωβρίου
και γιατί; Ποια 28η Οκτωβρίου;
Του Ανδρέα Μακρίδη
Τι ακριβώς γιορτάζουμε την 28η
Οκτωβρίου και γιατί; Ποιος είναι ο λόγος που όλα τα κράτη της Ευρώπης
γιορτάζουν την απελευθέρωσή τους, ενώ εμείς μονάχα την έναρξη του πολέμου;
Είναι αυτό μια εθνική ιδιαιτερότητα, ένας αναχρονισμός ή μήπως μια ιστορική
ανορθογραφία που θα πρέπει με κάποιον τρόπο να διορθωθεί;
Από την εποχή της απελευθέρωσης
και μέχρι σήμερα, ο εορτασμός της 28ης Οκτωβρίου έχει πάντα μια πολιτική χροιά.
Για του νικητές του Εμφυλίου και επί δεκαετίες, το “Όχι” ξεκινούσε από την
περιγραφή ενός ηρωικού Μεταξά και έφτανε μέχρι τη γενναιότητα του Έλληνα
στρατιώτη που “πέταξε τους Ιταλούς στη θάλασσα”. Το γεγονός ότι ο Μεταξάς είχε
βασανίσει και εξορίσει ακόμα και κορυφαίους πολιτικούς της αστικής παράταξης,
έμοιαζε να μην έχει καμία σημασία: το πρωινό της 28ης Οκτωβρίου ήταν απλώς “ο
Πρωθυπουργός της Ελλάδος”, και ο Μουσσολίνι ήταν “ο Ντούτσε”, ή στην καλύτερη
περίπτωση, ο “δικτάτορας της Ιταλίας”. Η λέξη “φασισμός” ήταν κρυμμένη στη μέσα
τσέπη απ' το σακάκι, πλάι στον καλοδιπλωμένο Τύπο της Αριστεράς.
Μετά τη Χούντα ήρθε η εποχή της
μεγάλης και ηχηρής αμφισβήτησης. Για την Αριστερά, παλαιά και νέα, όπως
ανδρώθηκε στη χουντική επταετία, “το Όχι το είπε ο Λαός”, ενώ ο Μεταξάς και το
Επιτελείο του, “ζητούσαν μόνο λίγες ντουφεκιές για την τιμή των όπλων”. Εάν
ακολουθούσε κανείς τον συλλογισμό αυτό μέχρι τέλους, θα κατέληγε στο συμπέρασμα
πως ο Έλληνας στρατιώτης το '40, υπήρξε ο πρώτος στην Ιστορία, που νίκησε μαζί
με τον αντίπαλο και τους ίδιους του τους αξιωματικούς - και η ελληνική
στρατιωτική ιεραρχία, η πρώτη που κέρδισε έναν πόλεμο που ήθελε να χάσει...
Με την καθολική αναγνώριση της
Εθνικής Αντίστασης το 1981, νομιμοποιήθηκε και η de facto εισαγωγή της στους
σχολικούς εορτασμούς. Μπορεί ο Άρης και ο Σαράφης να απουσίαζαν από τα σχολικά
εγχειρίδια, αλλά τα αντάρτικα τραγούδια τους αντηχούσαν στα σχολικά αμφιθέατρα
της 28η. Η απέναντι παράταξη δεν είχε τίποτε να αντιπροτείνει, έχοντας ξεχάσει
και η ίδια τους δικούς της αγωνιστές Η “εθνική συμφιλίωση” του '89, καθιέρωσε
και σχέσεις αβρότητας απέναντι στους παλιούς αντιπάλους, μέχρι που η κατάρρευση
της Σοβιετικής Ένωσης έφερε στο προσκήνιο την αμφισβήτηση της αμφισβήτησης:
Τους ιστορικούς που επισκέπτονταν με νέα ματιά, τα χρονοντούλαπα του παλιού ΓΕΣ
και του υπουργείου Τύπου και Πληροφοριών του '50.
Η εποχή της μεγάλης οικονομικής
κρίσης και των Μνημονίων, έμελε να φέρει στο προσκήνιο και κάποια ξεχασμένα
πολιτικά υποσύνολα: Είναι η σπορά των ηττημένων - όχι του Εμφυλίου αυτή τη
φορά, αλλά του 1945: Οι πολιτικοί απόγονοι της 4ης Αυγούστου και της ΕΣΠΟ, οι
δημόσιοι υπερασπιστές της Ειδικής Ασφάλειας και των Ταγμάτων Ασφαλείας, με τις
όποιες εσωτερικές διαφοροποιήσεις τους.
Ξεκινάμε λοιπόν απ' το σημείο
μηδέν; Όχι ακριβώς. Αφού η γειτνίαση με τον μεταξικό ολοκληρωτισμό δεν μπορεί
να αποφευχθεί στο πλαίσιο του εορτασμού της 28ης Οκτωβρίου, πολλοί πλέον
προτείνουν την σταδιακή αντικατάστασή του, με μια γιορτή της απελευθέρωσης. Μια
γιορτή που θα ερχόταν να συναντήσει τις αντίστοιχες εκδηλώσεις των άλλων
ευρωπαϊκών λαών, ενσωματώνοντας και την αντιφασιστική παρακαταθήκη της Εθνικής
Αντίστασης, για να χειροκροτήσει τελικά, όχι απλώς την απελευθέρωση της
πατρίδας μας, αλλά και την απαλλαγή της Ευρώπης απ' τον χιτλερικό εφιάλτη.
Η προσέγγιση αυτή, δεν είναι
χωρίς ενδιαφέρον. Απέχει πολύ ωστόσο απ' το να αποτελεί πανάκεια. Κι οι λόγοι
είναι περισσότεροι από ένας.
Έχουμε κουραστεί στη χώρα μας να
επαναλαμβάνουμε ότι “η Ευρώπη αυτή δεν είναι η Ευρώπη που ονειρευόμαστε, η
Ευρώπη του Ντε Γκωλ, του Σουμάν και του Αντενάουερ”. Η ρήση αυτή, ήταν και
παραμένει εν πολλοίς, ένας τρόπος για να διατηρούμε ακέραιη την φαντασίωση, ότι
παραμένουμε ως λαός πιστοί στα “ευρωπαϊκά ιδεώδη” σε πείσμα των καιρών. Αν όμως
τα ιδεώδη αυτά ήταν ποτέ ζωντανά, πρωτίστως θα έπρεπε να αφορούν τους λαούς και
τα κράτη που τα προέβαλαν, και όχι εμάς που τα εισαγάγαμε.
Την ίδια ώρα που η Ελλάδα θυμάται
τον Ντε Γκάσπερι, τον Μπραντ, τον Κράισκι, ή έστω τον Γκένσερ και τον Μιτεράν,
στις χώρες της Βαλτικής οι συνεργάτες των χιτλερικών ανακηρύσσονται εθνικοί
ήρωες, η Ευρώπη υψώνει τείχη για τους πρόσφυγες που εν πολλοίς κι η ίδια
δημιούργησε, στην Αυστρία η ακροδεξιά χτυπά την πόρτα της Προεδρίας, στην
Ουγγαρία ένα ανοιχτά ρατσιστικό κόμμα συγκεντρώνει το ένα πέμπτο των ψήφων. Η
ακροδεξιά αναμένεται να κρίνει το αποτέλεσμα των επόμενων εκλογών στην
Γερμανία, ενώ στη Γαλλία, μια πιο ήπια εκδοχή της διεκδικεί την πρωτοκαθεδρία
στην πολιτική της ζωή.
Την ίδια ώρα που η Ελλάδα
στρέφεται προς την Ευρώπη για έναν νέο εορτασμό σε ένα πλαίσιο πανευρωπαϊκό,
δεν αποκλείεται η Ευρώπη να χρειάζεται να στραφεί προς την Ελλάδα. Κι αυτό
είναι κάτι που κανείς δεν δείχνει έτοιμος να διαχειριστεί.
Αν πάλι οι ευρωπαϊκές χώρες
εορτάζουν την λήξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και την νίκη των Συμμάχων, αντί
για την έναρξη των αγώνων τους ενάντια στη χιτλερική λαίλαπα, αυτό πρωτίστως
οφείλεται στο γεγονός ότι οι περισσότερες απ' αυτές, είτε δεν μπόρεσαν, είτε
δεν θέλησαν να προβάλουν σοβαρή αντίσταση ενάντια στον προελαύνοντα κατακτητή
τους. Με εξαίρεση την Βρετανία, την Σοβιετική Ένωση και την Νορβηγία, οι
δυνάμεις του Άξονα δεν δυσκολεύτηκαν να κατακτήσουν τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες
– κι ακόμα και η μαρτυρική Πολωνία που αντιστάθηκε επί έναν μήνα, δεν είχε
διστάσει προηγουμένως, το 1938, να καρπωθεί και ένα τμήμα της Τσεχοσλοβακίας
στο πλαίσιο της Συμφωνίας του Μονάχου, που αναγνωρίζεται σαν δώρο προς τον
Χίτλερ. Η τιμή που οφείλεται στην Ελλάδα, έγκειται ακριβώς στο γεγονός ότι
υπήρξε απ' τις ελάχιστες χώρες που υπερασπίστηκε το έδαφός της επί επτά μήνες
(συμπεριλαμβανόμενης και της Μάχης της Κρήτης), με πάνω από 13000 νεκρούς και
62000 τραυματίες, μόνη της με την βοήθεια ελάχιστων Βρετανών στρατιωτών κι
εθελοντών από την Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία, και αναμένοντας μάλιστα
εισβολή από τρία διαφορετικά μέτωπα.
Υπάρχει ωστόσο και μια άλλη
πτυχή, πιθανόν και η σοβαρότερη. Ο εορτασμός της νίκης, μοιάζει με εορτασμό υπό
όρους – μία χαρά που ενσωματώνει τη βεβαιότητα του κεκτημένου. Η θύμηση όμως
του “Όχι”, ενέχει την υπερηφάνεια για έναν αγώνα που δόθηκε χωρίς βεβαιότητα,
αν όχι και με την πρόβλεψη των ρεαλιστών, ότι η μικρή Ελλάδα θα λύγιζε στην
προσπάθεια. Εάν υπήρξε διαφορά, ανάμεσα στο αγωνιώδες ερώτημα του Μεταξά στον
Γκράτσι, “ώστε λοιπόν έχουμε πόλεμο;” και στο “Όχι” του ελληνικού λαού απ' το
Καλπάκι και τα Οχυρά ως την Κρήτη, η διαφορά ήταν ακριβώς αυτή: Ο Μεταξάς, ο
Γεώργιος, ο Μπάκος, ο Παπάγος, ο Πλαστήρας, προδίκαζαν την έκβαση της μάχης και
πρότειναν τις συμμαχίες ανάλογα. Για τον λαό μας, δεν υπήρξε δίλημμα.
Η 28η Οκτωβρίου δεν καθιερώθηκε
με βασιλικό ή προεδρικό διάταγμα. Καθιερώθηκε ως γιορτή, την πρώτη επέτειό της
τον Οκτώβριο του '41, με την κατάθεση λουλουδιών στο μνημείο του Άγνωστου
Στρατιώτη, στ' άγαλμα του Φεραίου, του Σολωμού, του Μπάυρον και του Βαλαωρίτη,
στ' άγαλμα του Κολοκοτρώνη και του Παύλου Μελά. Με τις αυθόρμητες διαδηλώσεις
που χτύπησαν οι Ιταλοί καραμπινιέροι, με ηχηρές αποδοκιμασίες των δωσιλόγων. Και
η επέτειος τιμήθηκε απ' όλες τις οργανώσεις της Εθνικής Αντίστασης, με
προκηρύξεις, παράνομες συγκεντρώσεις, αναζωπύρωση της νεολαίας.
Γιορτάζανε το “Όχι” οι Έλληνες
αγωνιστές; Γιορτάζανε το “Όχι”, το σύνθημα για “Αέρα”, την Κορυτσά - την πρώτη
πόλη που αποσπάστηκε, έστω για λίγο, απ' τα νύχια του Εχθρού σε όλη την Ευρώπη.
Την ελευθερία που κατέκτησε ο ελληνικός Τύπος την 28η Οκτωβρίου του '40, να
διαπομπεύει τον Μουσολίνι και την απάνθρωπη ιδεολογία του. Το διάγγελμα που
αναγκάστηκε να εκφωνήσει ο ίδιος ο θαυμαστής του φασισμού, ο Ιωάννης Μεταξάς
την 22α Νοεμβρίου του 1940, δηλώνοντας ότι “ο φασισμός δεν είναι δυνατόν να
ανεχθή ποτέ εις τους κόλπους του ανθρώπους αγωνιζόμενους δια τα μεγάλα και
υψηλά ιδανικά”.
Μας ενδιαφέρει η κληρονομιά αυτή;
Ή μήπως λυγίζοντας απ' το βάρος μιας αδυσώπητης σχετικότητας, είμαστε έτοιμοι
να συζητήσουμε, ακόμα και τη δουλεία μας με ανταλλάγματα;
Η 28η Οκτωβρίου, δεν υπήρξε
μονάχα μια πολεμική κινητοποίηση. Ήταν και ένα “γράμμα απ' το μέτωπο” - ένα
μήνυμα ανεκπλήρωτο ως τις μέρες μας, που μονάχα η ποιητική πέννα του Άγγελου
Σικελιανού μπόρεσε να περιγράψει.
“Και μήπως
θαρρείς που εδώ ψηλά κρατούμε
αχνάρια
φτωχά του χρόνου, ή γνοιάστηκε η
ψυχή μας
αν θε να λιώσουν κάποτε τα χιόνια
αν είναι να γυρίσουμε στην ίδια
που ξέραμε άνοιξη;”
“Είστ' έτοιμοι ή δεν είστε να τη
δεχτείτε τέτοιαν άνοιξη” ρωτάει τον Έλληνα ο στρατιώτης.
“ Ίσως,
να πεις μπορεί, την περιμένουν
κάποιοι
τέτοια που λέω, βγαλμένη απ' το
καμίνι
της μάχης, απ' τις μάχες πυρωμένη
σάμπως χαλκό αναμμένο, με τη ζώνη
πολεμικά ζωσμένη, με τα μάτια
σα φλόγα, και στα χείλη της απάνω
του λαού τη γλώσσα, απόκριση
ζητώντας
στην ίδια γλώσσα απ' όλους σας...
Έτσι ίσως,
μ' αποκριθείς, την περιμένουν
κάποιοι...”
Μα οι άλλοι;
“...Ακόμα είναι πολλοί αυτού
κάτω;
Αυτοί, που στο ζεστό τους το
κρεβάτι
τρεμολογάν να ονειρευτούν το
χιόνι,
μα απ' τα παχιά τα στρώματά τους
ξάφνου
πετιώνται από βρυκόλακες, να
μπούνε
στον ψεύτικό τους τάφο, να
γλιτώσουν
μιαν έρμη ζωή που οι ίδιοι ορίζοντές
της
πλατύτεροι απ' τον τάφο αυτό δεν
είναι;
Αυτοί, που τρέμουν του λαού τη
γλώσσα
σαν άκουσμα σειρήνας;
Πες μου, φίλε...
Αλλ' όχι... αλλ' όχι... Τι θα
πεις, το ξέρω!
“...Πνέμα γυμνό! Ευωδιά σπαθιού
πλυμένου
μες στ' άχαρο αίμα των εχτρώνε!
Νίκη,
νίκη στα σκιάχτρα απ' άκρη σ'
άκρη...Τρόμος
ναι, τρόμος στα φαντάσματα!
Η Ελλάδα
θε να γυρίσει να βρει την
Ελλάδα!”
Φίλε χαίρε!”
Στις εορταστικές εκδηλώσεις τον
Συνεταιρισμό ΔΙΠ, εκπροσώπησε ο Γραμματέας του ΔΣ Παναγιώτης Α. Πάντος